μεσοπόντιος

μεσοπόντιος
μεσοπόντιος
amid the sea
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μεσοπόντιος — μεσοπόντιος, ὁ (Α) (ως προσωνυμία τού Ποσειδώνος) αυτός που βρίσκεται στο μέσο τής θάλασσας. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο) * + πόντιος (< πόντος), πρβλ. υπερ πόντιος] …   Dictionary of Greek

  • μεσ(ο)- — (ΑM μεσ[ο]) Α και μεσσο και μεσαι ) α συνθετικό πολλών λ. όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο επίθ. μέσ(σ)ος*. Οι ελάχιστοι τ. με α συνθετικό μεσαι (πρβλ. μεσαι πόλιος, μεσαι πόλος, μεσαί γεως) οφείλονται σε τεχνητή ανάπτυξη μακράς… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”